ΕΥΧΗ

Ό,τι είναι ο νους και η καρδιά για τον άνθρωπο, είναι και η Ελλάδα για την οικουμένη. Βόλφγκανγκ Γκαίτε (Γερμανός ποιητής και φιλόσοφος 1749-1832)

18 Φεβρουαρίου, 2021

Νότα Κυμοθόη "Ο ΘΟΥΡΙΟΣ" του Ρήγα Βελεστινλή

Νότα Κυμοθόη "Ο ΘΟΎΡΙΟΣ" του Ρήγα Βελεστινλή

Ο Έλληνας Ρήγας Βελεστινλής ή Ρήγας ο Θεσσαλός ή ο Ρήγας Φεραίος (1757-1798). Ποιητής, Συγγραφέας, Πολιτικός, Στοχαστής κι επαναστάτης. Εθνομάρτυρας και πρόδρομος της Ελληνικής Επανάστασης του 1821. Ο ΘΟΥΡΙΟΣ αποτελεί ορμητικό Πατριωτικό Ύμνο πρώτο, εις τον ήχον ΜΙΑ ΠΡΟΣΤΑΓΗ ΜΕΓΑΛΗ.
[" Ως πότε, παλικάρια, να ζούμεν στα στενά,
μονάχοι, σαν λιοντάρια, στες ράχες, στα βουνά;
Σπηλιές να κατοικούμεν, να βλέπωμεν κλαδιά,
να φεύγωμ΄ απ΄ τον κόσμον, για την πικρή σκλαβιά;
Να χάνωμεν αδέρφια, Πατρίδα και γονείς,
τους φίλους, τα παιδιά μας κι όλους τους συγγενείς;
Καλλιό ΄ναι μιας ώρας ελεύθερη ζωή,
παρά σαράντα χρόνια σκλαβιά και φυλακή!
Τι σ΄ ωφελεί αν ζήσεις και είσαι στη σκλαβιά;
Στοχάσου πως σε ψένουν καθ΄ ώραν στη φωτιά.
Βεζύτρης, Δραγουμάνος, Αφέντης κι αν σταθείς,
ο Τύρανος αδίκως σε κάμει να χαθείς
δουλεύεις όλ΄ ημέρα σε ό,τι κι αν σε πει,
κι αυτός πασχίζει πάλιν το αίμα σου να πιει.
Ο Σούτζος κι ο Μουρούζης, Πετράκης, Σκαναβής
Γκίκας και Μαυρογένης, καθρέφτης είν΄ να ιδείς.
Ανδρείοι καπετάνιοι, παπάδες, λαϊκοί,
σκοτώθηκαν, κι αγάδες, με άδικον σπαθί
κι αμέτρητ΄ άλλοι τόσοι και Τούρκοι και Ρωμιοί
ζωήν και πλούτον χάνουν, χωρίς καμιά 'φορμή.
Ελάτε μ΄ έναν ζήλον σε τούτον τον καιρόν,
να κάμωμεν τον όρκον επάνω στον Σταυρόν
συμβούλους προκομμένους, με πατριωτισμόν,
να βάλωμεν, εις όλα να δίδουν ορισμόν
οι Νόμοι να ν΄ ο πρώτος και μόνος οδηγός
και της Πατρίδος ένας να γένει αρχηγός
γιατί κι η αναρχία ομοιάζει την σκλαβιά
να ζούμε σα θηρία, ειν΄ πλιο σκληρή φωτιά.
Και τότε, με τα χέρια ψηλά στον ουρανόν,
ας πούμ΄ απ΄ την καρδιά μας ετούτα στον Θεόν.
-"Ω Βασιλεύ του Κόσμου, ορκίζομαι σε Σε
στην γνώμην των Τυράννων να μην ελθώ ποτέ!
Μήτε να τους δουλεύσω, μήτε να πλανηθώ
εις τα ταξίματά τους, για να παραδοθώ.
Εν όσω ζω στον κόσμον, ο μόνος μου σκοπός,
για να τους αφανίσω, θε να ΄ναι σταθερός.
Πιστός εις την Πατίδα, συντρίβω τον ζυγόν,
αχώριστος για να ΄μαι υπό τον στρατηγόν.
Κι αν παραβώ τον όρκον, ν΄ αστράψ΄ ο Ουρανός
και να με κατακάψει, να γένω σαν καπνός."
Σ΄ Ανατολή και Δύση και Νότον και Βοριά
για την Πατρίδα όλοι να ΄χωμεν μια καρδιά
στην πίστιν του καθένας ελεύθερος να ζει,
στην δόξαν του πολέμου να τρέξωμεν μαζί.
Βούλγαροι κι Αρβανίτες, Αρμένοι και Ρωμιοί,
αράπηδες και άσπροι, με μια κοινή ορμή,
για την Ελευθερίαν να ζώσωμεν σπαθί,
πως είμασθ΄ αντρειωμένοι, παντού να ξακουστεί.
Όσ΄ απ΄ την Τυραννίαν πήγαν στην ξενιτειά,
στον τόπον του καθένας ας έλθει τώρα πια
και όσοι του πολέμου την τέχνην αγρικούν,
εδώ ας τρέξουν όλοι, Τυράννους να νικούν
η Ρούμελη τους κράζει μ΄ αγκάλες ανοιχτές
τους δίδει βιό και τόπον, αξίες και τιμές.
Ως πότ΄ οφφικιάλος σε ξένους βασιλείς;
Έλα να γίνεις στύλος δικής σου της φυλής.
Κάλλιο για την Πατρίδα κανένας να χαθεί,
ή να κρεμάσει φούντα για ξένον στο σπαθί.
Και όσοι προσκυνήσουν, δεν είναι πλιό εχθροί
αδέρφια μας θα γίνουν, ας είναι κι εθνικοί.
Μα όσοι θα τολμήσουν αντίκρυ να σταθούν,
εκείνοι και δικοί μας, δεν είναι, ας χαθούν.
Σουλιώτες και Μανιάτες, λιοντάρια ξακουστά,
ως πότε στις σπηλιές σας κοιμάσθε σφαλιστά;
Μαυροβουνιού καπλάνια, Ολύμπου σταυραετοί
κι Αγράφων τα ξεφτέρια, γεννάτε μια ψυχή.
Ανδρείοι Μακεδόνες, ορμήστε για μια
και αίμα των Τυράννων ρουφείστε σα θεριά.
Του Σάβα και Δουνάβου αδέλφια χριστιανοί,
με τ΄ άρματα στο χέρι καθένας ας φανεί
το αίμα σας ας βράσει με δίκαιον θυμόν
μικροί, μεγάλ΄ ομώστε Τυράννου τον χαμόν.
Λεβέντες αντρειωμένοι Μαυροθαλασσινοί,
ο βάρβαρος ως πότε θε να σας τυραννεί;
Μη καρτερείτε πλέον, ανίκητοι Λαζοί,
χωθείτε στο μπογάζι μ' εμάς κι εσείς μαζί.
Δελφίνια της θαλάσσης, αδέρφια των νησιών,
σαν αστραπή χαθείτε, κτυπάτε τον εχθρόν.
Της Κρήτης και της Νύδρας θαλασσινά πουλιά
καιρός ειν΄ της Πατρίδος ν΄ ακούστε τη λαλιά.
Κι όσ΄ είστε στην αρμάδα, σαν άξια παιδιά,
οι Νόμοι σας προστάζουν να βάλετε φωτιά.
Μ' εμάς κι εσείς, Μαλτέζοι, γενείτ΄ ένα κορμί
κατά της Τυραννίας ριχτείτε με ορμή.
Σας κράζει η Ελλάδα, σας θέλει, σας πονεί,
ζητά την συνδρομήν σας με μητρικήν φωνή.
Τι στέκεις Πασβαντζόγλου, τόσον εκστατικός;
Τινάξου στο Μαλκάνι, φώλιασε σαν αητός
τους μπούφους και κοράκους καθόλου μη ψηφάς
με τον ραγιά ενώσου, αν θέλεις να νικάς.
Σιλίστρα και Μπραϊλα, Σμαήλι και Κιλί,
Μπενδέρι και Χοτίνι εσένα προσκαλεί
στρατεύματά σου στείλε κι εκείνα προσκυνούν
γιατί στην Τυραννίαν να ζήσουν δεν μπορούν.
Γκιουρτζή, πλιά μη κοιμάσαι, σηκώσου με ορμήν
τον Μπρούσια να μοιάσεις έχεις την αφορμήν.
Κι εσύ, που στο Χαλέπι ελεύθερα φρονείς,
πασιά, καιρόν μη χάνεις, στον κάμπον να φανείς
με τα στρατεύματά σου ευθύς να σηκωθείς,
στης Πόλης τα φερμάνια ποτέ να μη δοθείς.
Του Μισιριού ασλάνια, για πρώτη σας δουλειά,
δικόν σας έναν μπέη κάμετε βασιλιά
χαράτζι της Αιγύπτου στην Πόλ΄ ας μη φανεί,
για να ψοφήσ΄ ο λύκος, όπου σας τυραννεί.
Με μιά καρδίαν όλοι, μια γνώμην, μια ψυχή,
κτυπάτε του Τυράννου την ρίζαν, να χαθεί!
Ν΄ ανάψωμεν μια φλόγα σε όλην την Τουρκιά,
να τρέξ΄ από την Μπόσνα και ως την Αραπιά!
Ψηλά στα μπαϊράκια σηκώστε τον Σταυρόν
και σαν αστροπελέκια κτυπάτε τον εχθρόν!
Ποτέ μη στοχασθείτε πως είναι δυνατός
καρδιοχτυπά και τρέμει σαν τον λαγό κι αυτός.
Τριακόσιοι Γκιρζιαλήδες τον έκαμαν να διεί
και δε μπορεί με τόπια, μπροστά τους να εβγεί.
Λοιπόν, γιατί αργείτε, τι στέκεσθε νεκροί;
Ξυπνήσατε, μην είσθε ενάντιοι κι εχθροί.
Πως οι προπάτορές μας ωρμούσαν σαν θεριά,
για την Ελευθερίαν πηδούσαν στη φωτιά,
έτζι κι ημείς, αδέλφια, ν΄ αρπάξωμεν για μια
τ΄ άρματα και να βγούμεν απ΄ την πικρή σκλαβιά!
Να σφαξωμεν τους λύκους, που τον ζυγόν βαστούν
και Χριστιανούς και Τούρκους σκληρά τους τυραννούν
στεριάς και του πελάγου να λάμψει ο Σταυρός
κι εις την δικαιοσύνην να σκύψει ο εχθρός
ο κόσμος να γλιτώσει απ΄ αυτήν την πληγήν
κι ελεύθεροι να ζώμεν, αδέλφια, εις την Γην!"]
Ο σπουδαίος αυτός άνθρωπος μαζί με τους 7 συντρόφους του μισήθηκε από τον τότε οικουμενικό πατριάρχη Γρηγόριο Ε΄ και τους "αυλοκολάριους" Φαναριώτες της Πόλης, που φοβήθηκαν πως θα χάσουν τα "ωραία τους προνόμια" και δυστυχώς έδωσαν εντολή σε επισκόπους που αποκεφάλισαν τα σώματά τους τα οποία έριξαν ακέφαλα στο Δέλτα των ποταμών Σάβα και Δούναβη στο Βελιγράδι. Τα δε κεφάλια τους μέσα σε τσουβάλια έστειλαν στον Σουλτάνο. Η αλήθεια είναι πικρή δυστυχώς, αλλά αυτή είναι. Ο τότε Σουλτάνος θεώρησε υπ/νο γι΄ αυτήν την πράξη τον Πατριάρχη Γρηγόριο Ε΄ κι εξέδωσε τον αποκεφαλισμό του και για να γλιτώσει έφυγε κρυφά στο Άγ. Όρος. Κι όταν αργότερα επέστρεψε, τον αποκεφάλισαν για παρακοή και για την προδοσία του Ρήγα και των συντρόφων του οι Τούρκοι!
Νότα Κυμοθόη Ποίηση για τα 200 χρόνια και για τον εορτασμό 1821- 2021